- σηπιοπουλυπόδειος
- σηπιοπουλῠπόδειος, ον,A of cuttle-fish and polypus, prob. in Philox. 2.13.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
σηπιοπουλυπόδειος — ον, Α αυτός που αναφέρεται στις σουπιές και στα χταπόδια. [ΕΤΥΜΟΛ. < σηπία «σουπιά» + πο[υ]λύπους, οδος «χταπόδι» + κατάλ. ειος] … Dictionary of Greek
σηπιοπουλυποδείων — σηπιοπουλυπόδειος of cuttle fish and polypus masc/fem/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)